Παρασκευή 11 Απριλίου 2008

Το φοβικό σύνδρομο της χώρας μας και η πολιτική του τζαμπατζή

Η συζήτηση, που διεξήχθει και στο ελληνικό κοινοβούλιο πρόσφατα, σχετικά με το μέλλον των διαπραγματεύσεων με τη FYROM για το ζήτημα της ονομασίας, έχει ακόμα πολύ δρόμο μπροστά της. Οι εσωτερικές εξελίξεις στα Σκόπια πιθανόν να οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές, γεγονός που τινάζει στον αέρα την αμερικανική προσπάθεια για ταχύτατη επίλυση της διαφοράς.
Εντός των τειχών, άρχισε μια νέα διαπάλη μεταξύ των κομμάτων για το τί μέλλει γενέσθαι. Από τη μία η κυβέρνηση προσπαθεί να καρπωθεί τα οφέλη από την εκπλήρωση μιας προεκλογικής της δέσμευσης. Από την άλλη η αντιπολίτευση προσπαθεί να μειώσει αυτή την κυβερνητική προσπάθεια, μιλώντας για ανάγκη λύσης, και όχι απλώς της αμυντικής τακτικής του βέτο.
Άπό την εξέλιξη των συζητήσεων που διεξήχθησαν όλο αυτό το διάστημα, πριν και μετά τη σύνοδο του ΝΑΤΟ, μεταξύ των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεωναλλά ιδίως από την κατάληξη τστο βέτο του Βουκουρεστίου προκύπτει ένα κρίσιμο συμπέρασμα: ο σημαντικότερος αντίπαλος που πρέπει να αντιπαρέλθει η ελληνική κυβέρνηση, αλλά και όλες οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας μας, είναι το φοβικό σύνδρομο που κυριαρχεί στην προσέγγιση και ανάλυση των εθνικών μας θεμάτων.
Η επίκληση κινδύνων, όπως η διπλωματική απομόνωση, η "σκοπιανοποίηση" της εξωτερικής μας πολιτικής, η απώλεια διπλωματικών ερεισμάτων και η διατάραξη συμμαχικών και εταιρικών δεσμών με τις ΗΠΑ και τις χώρες της ΕΕ, λειτουργεί πλήρως αποδομητικά για τη συκγρότηση ενός ισχυρού εσωτερικού μετώπου. Ενός εσωτερικού μετώπου απαραίτητου για μια χώρα που αντιμετωπίζει πολλαπλές απειλές και προκλήσεις έναντι γειτόνων και "φίλων".
Δυστυχώς, οι πολιτικές δυνάμεις προτιμούν συχνά να εστιάζουν στην κινδυνολογία, είτε για να πιέσουν και να εκβιάσουν την ελληνική κοινή γνώμη για την "ανάγκη επώδυνων συμβιβασμών" είτε για την ανάγκη να κλείσουμε ανοικτές πληγές "για να εστιάσουμε στα σημαντικά της εσωτερικής πολιτικής" είτε για να καρπωθούν τη συναισθηματική αντίδραση των πολιτών έναντι των "κακών ξένων". Αυτή η τακτική των πολιτικών δυνάμεων διαρυγνύει την κρίσιμη κοινωνική και εθνική συνοχή που είναι απαραίτητη για την υπηρέτηση μιας αποτρεπτικής στρατηγικής.
Συχνά βλέπουμε αυτό το φοβικό σύνδρομο να εκφράζεται με πολύ χονδροειδείς ισχυρισμούς όπως π.χ. ότι οι επιλογές μας στις σχέσεις μας με την Τουρκία είναι η κατευναστική πολιτική ή ο πόλεμος. συχνά διανθίζεται από περιγραφής της Τουρκίας ως "στρατιωτικού γίγαντα" που θα κάνει την Ελλάδα μια χαψιά ή για το ανάδελφο του έθνους μας που δεν μπορεί να περιμένει καμμία βοήθεια από τους ανθέλληνες ξένους.
Αντίστοιχους ισχυρισμούς και στερεότυπα διατυπώθηκαν το τελευταίο διάστημα πριν από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ όσον αφορά στις πιέσεις που θα δεχθεί η χώρα μας αν τολμήσει να έχει την παράλογη απαίτηση να βαφτίσει ένα άλλο κράτος. Ιδίως έναντι των ΗΠΑ είδαμε μια απίθανη συγχορδία από ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και ΛΑΟΣ για το πώς η Ουάσιγκτον θα εξαναγκάσει την μικρή Ελλάδα να υποκύψει. Αυτή η συγχορδία φυσικά έλπιζε να υπάρξει τέτοια υποχώρηση εκ μέρους μας, για να καρπωθεί τα αντίστοιχα οφέλη.
Αυτή η στρατηγική του φοβικού συνδρόμου είναι πολύ βολική για αυτούς που δεν θέλουν να σχεδιάσουν, να αναλάβουν κόστος, να πάρουν αποφάσεις και πρωτοβουλίες, να εντοπίσουν κοινότητες συμφερόντων και να αποδομήσουν αντίστοιχες συγκλίσεις αντίπαλων συμφερόντων. Με λίγα λόγια, βολεύει αυτούς που δεν θέλουν να κάνουν πολιτική αλλά να φορτώνουν τις ευθύνες τους, και το κόστος αυτών, σε άλλους, ελπίζοντας ή προσδοκώντας στο που θα κάτσει η μπίλια.
Αυτή η πολιτική του τζαμπατζή όμως είναι που οδηγεί σε διπλωματική απομόνωση, σε απώλεια ερεισμάτων και συμμάχων, σε συνεχή προσαρμογή σε δεδομένα που άλλοι διαμορφώνουν ερήμην μας. Αυτή την πολιτική οφείλει να καταπολεμήσει κάθε υπεύθυνη πολιτική δύναμη που αντιλαμβάνεται ότι η χώρα μας έχει πολλά συγκριτικά πλεονεκτήματα για να μπορεί να υποστηρίξει μια αξιόπιστη και ισχυρή στρατηγική στη ζώνη συμφέροντός της, δηλαδή την Ανατολική Μεσόγειο και την Νοτιοανατολική Ευρώπη.