Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2009

Το «γκριζάρισμα» των ψηφοφόρων του ιστορικού κέντρου της Αθήνας METROPOLIS 09.10.2009

Σε πρόσφατο άρθρο της εφημερίδας μας υπήρξε μια παρουσίαση τη εκλογικής συμπεριφοράς που παρουσιάζουν οι πολίτες που ψηφίζουν στην περιοχή του ιστορικού κέντρου της Αθήνας, μια περιοχή που εμφανίζει εικόνα γκετοποίησης. Μια περιοχή που παρότι ήρθε στο προσκήνιο της επικαιρότητας λόγω των επεισοδίων που συνέβησαν στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα ή στο παλαιό Εφετείο, εξακολουθεί να βιώνει μια αφάνταστη κοινωνική και οικονομική απαξίωση.
Απαξίωση που συνδέεται με τη μαζική παρουσία λαθρομεταναστών και την αδυναμία, ή και απροθυμία, του κράτους αλλά και του δήμου να μπορέσει να ελέγξει την κατάσταση. Ετσι, όποιος περνάει από αυτές τις γειτονιές αντικρίζει εγκαταλειμμένα καταστήματα, αναρίθμητα σπίτια με ενοικιαστήρια ή πωλητήρια, αντιλαμβάνεται ένα έντονο αίσθημα ανασφάλειας που υπάρχει στον αέρα, πιστοποιεί την πλήρη απουσία της πολιτείας.
Αυτό το αίσθημα εγκατάλειψης που βιώνουν οι κάτοικοι του κέντρου οδηγεί σε πρωτόγνωρες πολιτικές συμπεριφορές. Συμπεριφορές που εμφανίστηκαν σε έντονο βαθμό στις ευρωεκλογές του 2009 και μετά την τελευταία εκλογική μάχη δείχνουν ότι παγιώνονται. Η μαζική αποχή είναι ένα ισχυρό δείγμα, η Α’ Αθηνών συνολικά έχει 10% μεγαλύτερη αποχή από την υπόλοιπη χώρα, δείγμα αποστασιοποίησης των πολιτών από την πολιτική. Πέραν της αποχής όμως βλέπουμε και μια μετακίνηση των ψηφοφόρων προς τα άκρα του πολιτικού συστήματος. Ετσι το συνολικό ποσοστό του ΛΑΟΣ στην Α’ Αθηνών κινείται στο επίπεδο του 7,6%, αρκετά πάνω από το εθνικό μέσο όρο, ενώ παράλληλα η Χρυσή Αυγή, που ανέλαβε ρόλο αυτόκλητου υπερασπιστή των κατοίκων του ιστορικού κέντρου (συχνά με την ανοχή των δυνάμεων της Αστυνομίας), πήρε το 0,51% των ψήφων, ποσοστό διπλάσιο από το εθνικό της ποσοστό. Ειδικά μάλιστα στα εκλογικά τμήματα του ιστορικού κέντρου, οι δύο παραπάνω πολιτικοί σχηματισμοί πέτυχαν πρωτοφανείς επιδόσεις, με εκλογικά τμήματα να δίνουν έως και 14% στο ΛΑΟΣ και 1,7% στη Χρυσή Αυγή.
Βλέπουμε ότι στις τελευταίες δύο αναμετρήσεις διαμορφώνονται τάσεις εκλογικής συμπεριφοράς που δείχνουν μια απόγνωση, μια ανάγκη διαμαρτυρίας για την εγκατάλειψη που αντιμετωπίζει το κέντρο της Αθήνας από τους δύο μεγάλους πολιτικούς σχηματισμούς. Πράγματι, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ εκλέγουν βουλευτές οι οποίοι αποτελούν κεντρικά πολιτικά στελέχη, οι οποίοι έρχονται σε «επαφή» με τους πολίτες μέσω της διαμεσολάβησης των ηλεκτρονικών ΜΜΕ, χωρίς να έχουν εκ του σύνεγγυς επαφή με τη δύσκολη καθημερινότητα που αντιμετωπίζει ο πολίτης του κέντρου. Αυτό το έλλειμμα αντιπροσώπευσης εκ μέρους των δύο κομμάτων έρχονται να καλύψουν ακτιβίστικες ομαδοποιήσεις (όπως η αυτόκλητη ομάδας περιφρούρησης της παιδικής χαράς του Αγίου Παντελεήμονα), που συνδέονται πολιτικά με το ΛΑΟΣ και τη Χρυσή Αυγή.
Η πολιτεία οφείλει να δείξει την προσοχή και την αποφασιστικότητα που χρειάζεται για να μπορέσει ο κάτοικος του κέντρου να νιώσει πάλι ασφαλής, να νιώσει ότι αξίζει να παραμείνει στο σπίτι όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, να πάψει να αναζητά αυτόκλητους σωτήρες...

Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

5 αλλαγές για την Αθήνα METROPOLIS 22.09.2009

Μέσα στις λίγες λέξεις του παρακάτω κειμένου επιδιώκω να περιγράψω συνοπτικά πέντε βασικές αλλαγές που πιστεύω πως θα επηρέαζαν δραστικά και προς το καλύτερο την καθημερινότητα του Αθηναίου.
Πρώτη βασική προτεραιότητα πρέπει να αποτελέσει η ενίσχυση, ουσιαστικά δημιουργία είναι στην περίπτωση της Αθήνας, του θεσμού του «Βοήθεια στο Σπίτι». Στην Αθήνα κατοικεί το μεγαλύτερο ποσοστό των ατόμων με αναπηρία της πατρίδας μας, λόγω της ύπαρξης στοιχειωδών υποδομών συγκριτικά με την περιφέρεια. Παράλληλα παρατηρείται ότι η πόλη της Αθήνας απολαμβάνει ιδιαίτερα μεγάλο ηλικιακό μέσο όρο των πολιτών της, καθώς τα παιδιά των παλαιών Αθηναίων μετεγκαταστάθηκαν στα προάστια της πόλης, ενώ οι γονείς παραμένουν εν πολλοίς στο κέντρο. Με αυτά τα δεδομένα γίνεται αντιληπτό πόσο κρίσιμος είναι ο θεσμός του «Βοήθεια στο σπίτι» για τους συμπολίτες μας που έχουν ανάγκη.
Δεύτερη αλλαγή αποτελεί η δημιουργία, επιτέλους, των λεγόμενων αστικών κέντρων υγείας. Ουσιαστικά η βάση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, εγκατεστημένα σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα της πόλης, όπου ο πολίτης μπορεί να προσφύγει για κάθε πρόβλημα υγείας αποφεύγοντας το συνωστισμό και την ταλαιπωρία στα εξωτερικά ιατρεία των μεγάλων νοσοκομείων. Μια δομή που προβλέφθηκε με τον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ από το 1983 ενώ αποτέλεσε και κεντρική εξαγγελία της Νέας Δημοκρατίας το 2004, χωρίς να προχωρήσει έως τώρα.
Τρίτη αλλαγή είναι η αλλαγή του προσανατολισμού της Δημοτικής Αστυνομίας η οποία ενώ αφήνει πλήρως ελεύθερο το πεδίο στο παρεμπόριο που τείνει να εξελιχθεί σε μάστιγα για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα του εμπορικού κέντρου, παρουσιάζει μια μονοδιάστατη προσήλωση στη διαφύλαξη του συστήματος ελεγχόμενης στάθμευσης, στρεφόμενη ουσιαστικά εναντίον των επισκεπτών της πόλης που κατεβαίνουν στο κέντρο να ψωνίσουν και να στηρίξουν την αγορά της πόλης. Ταυτόχρονα δεν παρεμβαίνει δραστικά, ίσως εγκλωβισμένη από το πλέγμα της αδιαφάνειας και της διαφθοράς, στη ρύθμιση της λειτουργίας των διαφόρων καταστημάτων που καταλαμβάνουν με το έτσι θέλω τα πεζοδρόμια και τις πλατείες της πόλης με τραπεζοκαθίσματα. Τέλος, οφείλει να συμβάλλει, στο μέτρο των δυνατοτήτων και των αρμοδιοτήτων που διαθέτει, στην ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών
Τέταρτη αλλαγή αποτελεί η κατάρτιση στρατηγικής διαμόρφωσης ελεύθερων χώρων μέσα στον αστικό ιστό. Αυτή η στρατηγική βασίζεται στην δημιουργία επενδύσεων, μέσω ΣΔΙΤ, που θα προσφέρουν στο Δήμο τους πόρους ούτως ώστε να υπάρξουν επιτέλους αυτές οι κατεδαφίσεις παλαιών πολυκατοικιών που υπόσχεται ο κάθε νέος δήμαρχος, για τη δημιουργία ελεύθερων χώρων άθλησης και πρασίνου.
Η πέμπτη αλλαγή αφορά εμάς τους ίδιους τους πολίτες, αφορά την αλλαγή νοοτροπίας και προσέγγισης στη γειτονιά μας, στην πόλη μας. Η αποξένωση και η αποστασιοποίηση από το περιβάλλον μας, από τους γύρω μας, αποτελεί τη σίγουρη οδό για τη χειροτέρευση της καθημερινότητάς μας, την αποδυνάμωση του αισθήματος του ανήκειν σε αυτή την πόλη. Πρέπει, με αξιοποίηση των ανθρώπινων και υλικών πόρων του Δήμου και της πολιτείας, να υπάρξει μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης των κατοίκων των συνοικιών της πόλης μας, με επίκεντρο το σχολείο ή και την ενορία της κάθε γειτονιάς. Δράσεις και πρωτοβουλίες που θα μας φέρουν πιο κοντά, που θα μας κάνουν να νιώθουμε λιγότερο μόνοι, που θα μας ξυπνήσουν την αγάπη για την πόλη μας, την Αθήνα.

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2009

Αναζητώντας την πολιτική ευθύνη…. METROPOLIS 31.07.2009

Με αφορμή την πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, για τα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και τις ριζικές τομές που πρέπει να γίνουν, ανεδείχθη για άλλη μια φορά ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο αντιδρούν κόμματα και ΜΜΕ απέναντι σε αυτού του είδους εκθέσεις.

Αυτή η έκθεση του διεθνούς οργανισμού, που δεδομένης της μηδενικής δεσμευτικότητας για τη χώρα μας αποτελεί ουσιαστικά σύσταση ή παραίνεση και όχι «εντολή», έδωσε μπόλικη τροφή στο δημόσιο διάλογο για τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να προωθηθούν στην ελληνική οικονομία.

Συχνά διαβάζουμε εκθέσεις οι οποίες αναδεικνύουν ζητήματα σε διάφορους τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της πατρίδας μας, τα συμπεράσματα και τις παραινέσεις των οποίων υιοθετούνται αβίαστα από το δημόσιο διάλογο.

Η ευκολία με την οποία προβάλλεται η άποψη ότι το ΔΝΤ, και αντίστοιχα άλλοι διεθνείς οργανισμοί, επιβάλλει πολιτικές στη χώρα μας απορρέει από μια κακή κουλτούρα που έχει κυριαρχήσει στο δημόσιο διάλογο για το βαθμό επιρροής του «διεθνούς παράγοντα» στα εσωτερικά της χώρας μας. Η εντύπωση που αποκομίζει ένας παρατηρητής αυτού του δημόσιου διαλόγου είναι ότι η χώρα μας υπόκειται σε διεθνή εποπτεία των πολιτικών της, ότι οι αποφάσεις λαμβάνονται στο εξωτερικό από κάποιους που αποφασίζουν αυθαίρετα, ότι εντέλει η πολιτική ελίτ της χώρας αλλά και οι πολίτες είναι ανήμποροι να αντιδράσουν, άρα και άμοιροι ευθυνών για τις εξελίξεις. Την ίδια στιγμή αποφάσεις και πρωτοβουλίες που προέρχονται από το εξωτερικό, στην περίπτωση που έχουν θετική επίδραση για τους πολίτες, παρουσιάζονται ως πρωτοβουλίες και πολιτικές αποφάσεις της οικείας πολιτικής ελίτ.

Αυτή η εργαλειακή αξιοποίηση των πρωτοβουλιών των διεθνών οργανισμών εκ μέρους της πολιτικής ελίτ έχει δύο καίριες επιπτώσεις στην πολιτική διεργασία. Πρώτον επηρεάζει καθοριστικά τη νομιμοποίηση αυτών των διεθνών οργανισμών στα μάτια της ελληνικής κοινωνίας και δεύτερον, και κυριότερο, παραμορφώνει το πώς αντιλαμβάνεται η ελληνική κοινωνία την ευθύνη της πολιτικής ελίτ απέναντι στα ζητήματα που καλείται να διαχειριστεί.

Όσον αφορά στο πρώτο σκέλος, συχνά βλέπουμε τμήματα της ελληνικής κοινής γνώμης να στρέφονται κατά κάποιου διεθνούς οργανισμού γιατί μια πολιτική απόφαση ελήφθη με την επίκληση του. Π.χ. συχνά αναθεματίζουμε τις «Βρυξέλλες» για πολιτικές πρωτοβουλίες που στην πραγματικότητα αποφασίστηκαν με τη συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης. Αντιστρόφως, οδηγίες ή κανονισμοί που αποτελούν βήματα προόδου για τη χώρα μας και προωθούνται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς συνήθως προβάλλονται ως μεγάλες πολιτικές πρωτοβουλίες της εκάστοτε κυβέρνησης.

Και εδώ φτάνουμε στο δεύτερο σκέλος, που είναι η πολιτική ευθύνη της πολιτικής ελίτ απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η πατρίδα μας. Όταν έχει εμπεδωθεί η αντίληψη στην ελληνική κοινωνία ότι λίγο πολύ το μέλλον μας δεν βρίσκεται στα χέρια μας, μειώνεται η πίεση και οι απαιτήσεις από τους πολιτικούς μας. Απουσιάζει η αναζήτηση ευθυνών, οι οποίες απευθύνονται και εκτονώνονται προς τα θολά «αλλότρια κέντρα αποφάσεων».

Έτσι καταλήγουμε να έχουμε συχνά πολιτικά ανεύθυνους πολιτικούς που σχεδιάζουν με γνώμονα την επόμενη εκλογική μάχη, κύριο όπλο την επικοινωνία και χωρίς ουσιαστικό δημοκρατικό έλεγχο από τους πολίτες. Πολιτικούς που εφηύραν την έννοια του «πολιτικού κόστους, μια έννοια απολύτως έωλη σε κάθε άλλη κοινωνία καθώς δεν νοείται πολιτική δράση χωρίς ρήξεις, συγκρούσεις, συγκυριακό κόστος και μακροπρόθεσμο όφελος για την κοινωνία. Και ακριβώς αυτός είναι ο ρόλος των πολιτικών, να εμπνεύσουν τους πολίτες, παρουσιάζοντας τα προβλεπόμενα οφέλη για την κοινωνία, ούτως ώστε να πετύχουν την στήριξη της κοινωνίας ενόψει του συγκυριακού κόστους.

Αντ’ αυτού, συχνά προσφεύγουμε στην κατασκευή κάποιου «μπαμπούλα» για να πιέσουμε την κοινωνία να ακολουθήσει μια επιλογή, όσο σωστή και αν είναι αυτή. Κλασικό παράδειγμα αυτής της στρατηγικής υπήρξε η προβολή της ανάγκης δημοσιονομικής προσαρμογής της χώρας μας τη δεκαετία του ’90, όταν το ισχυρότερο επιχείρημα ήταν ότι «θα μείνουμε εκτός Ευρώπης». Η πραγματικότητα ήταν (και είναι) βέβαια ότι η χώρα μας χρειαζόταν και χρειάζεται δημοσιονομική σταθερότητα για να ισχυροποιεί την ανταγωνιστικότητά της οικονομίας της.

Η παραπάνω ανάλυση δείχνει ότι σήμερα υπάρχει ένα τεράστιο έλλειμμα ουσιαστικού διαλόγου στην κοινωνία και την πολιτική για τα πραγματικά προτάγματα που πρέπει να θέσει η ελληνική κοινωνία, χωρίς την επίκληση «χωροφυλάκων» ή την κατασκευή ψευδοδιλημμάτων. Ένας ουσιαστικός διάλογος που θα γίνει με την πρωτοβουλία και την καθοδήγηση της πολιτικής ελίτ της χώρας, η οποία έχει άλλωστε το ρόλο και την ευθύνη της αντιμετώπισης των προκλήσεων αυτής της δύσκολης περιόδου που διανύουμε.

Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009

Ανεξήγητη σπουδή, πολιτικές παρενέργειες….. METROPOLIS 17.07.2009

Η επιλογή της κυβέρνησης, έπειτα από μια μεγάλη επιχειρησιακή επιτυχία, να προχωρήσει στην αντικατάσταση του διοικητή της Ε.Υ.Π. κ. Κοραντή, δείχνει μια σπουδή που δημιουργεί ερωτηματικά. Ερωτηματικά τόσο όσον αφορά στη χρονική συγκυρία και στους λόγους που οδήγησαν τον κ. Κοραντή στην έξοδο, όσο και όσον αφορά στην επιλογή του αντικαταστάτη του.
Σχετικά με το πρώτο σκέλος, οι δηλώσεις Κοραντή που συσχετίζουν την ουσιαστική αποπομπή του με την ενόχληση υπουργών λόγω των διαρροών των διαλόγων που εντόπισε ο μηχανισμός της ΕΥΠ, ασφαλώς ενοχλούν την κοινή γνώμη. Η ευκολία με την οποία «θυσιάζεται» ένας κρατικός λειτουργός με αξιοσημείωτη θητεία στο υπουργείο Εξωτερικών και στην ΕΥΠ, στο βωμό εσωκομματικών και άλλων ισορροπιών, υποδεικνύει μια αδυναμία της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει πιέσεις εξωθεσμικές ενώ ακυρώνει κάθε δυνατότητα πολιτικής αξιοποίησης της εξάρθρωσης της εγκληματικής συμμορίας που εντοπίστηκε χάριν στην ΕΥΠ. Ταυτόχρονα, δημιουργεί έντονες ανησυχίες για τις παρενέργειες από πιθανή διαρροή άλλων τμημάτων των διαλόγων που ηχογραφήθηκαν από το περίφημο «βαλιτσάκι» ή διαλόγων άλλων υποθέσεων στο μέλλον.
Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος των ερωτηματικών, η επιλογή ενός εν ενεργεία εισαγγελέα, με πολιτική φόρτιση όπως ο κ. Παπαγγελόπουλος, το μόνο που επιτυγχάνει είναι να συγκεντρώσει τα φώτα της πολιτικής αντιπαράθεσης γύρω από μια υπηρεσία της οποίας το κύρος είναι υπό αμφισβήτηση. Την ίδια στιγμή που η ΕΥΠ στερείται του εισαγγελέα που θα ασκεί δικαστικού ελέγχου που θεσμοθέτησε ο πρόσφατος νόμος που διέπει τη λειτουργία της. Ακόμα και ο πιο ευκολόπιστος παρατηρητής δυσκολεύεται να αντιληφθεί τον τρόπο με τον οποίο η ΕΥΠ θα λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά και αξιόπιστα υπό την καθοδήγηση ενός δικαστικού.
Θυμίζουμε ότι υπό τη σκιά μιας άλλης, πολύ πιο σοβαρής πράγματι, δύσκολης συγκυρίας για την ΕΥΠ, την εποχή της υπόθεσης Οτσαλάν, η κυβέρνηση Σημίτη επέλεξε, για επικοινωνιακούς λόγους, ένα διπλωμάτη για νέο διοικητή της υπηρεσίας, θέλοντας να δώσει το στίγμα του καλύτερου πολιτικού ελέγχου της. Και τότε και τώρα, η πολιτική αντιπαράθεση έρχεται να δημιουργήσει πληγές στους θεσμούς της χώρας, πέραν από τις παρενέργειες που υπόσχεται η επιλογή του νέου διοικητή…..

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2009

Πατριωτικός Παρεμβατισμός: άλλο ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα...METROPOLIS 10.07.2009

Και εγένετο «πατριωτικός παρεμβατισμός», ή αλλιώς το νέο ιδεολόγημα που σύμφωνα με τον εμπνευστή του, τον πρόεδρο του ΛΑΟΣ Γ. Καρατζαφέρη, θα αποτελέσει την απάντηση στον νεοφιλελευθερισμό και το σοσιαλισμό.
Με προτεραιότητα τον πολίτη και στόχευση την καταπολέμηση της φτώχειας, ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ διατείνεται ότι μέσω του πατριωτικού παρεμβατισμού θα «εξαφανίσει» την ανεργία από την Ελλάδα. Πώς θα συμβεί αυτό; Μέσω της συγκρότησης ενός στρατιωτικού τύπου σώματος, όπως η παλαιά ΜΟΜΑ, που εκτελούσε διάφορα έργα κοινωνικού ενδιαφέροντος αξιοποιώντας τους στρατεύσιμους. Αυτό το σώμα θα συμπεριλαμβάνει όλους τους ανέργους της χώρας, για 5 χρόνια και με πλήρη μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα. Άλλες «παρεμβάσεις» στο πλαίσιο του ιδεολογήματος είναι η χορηγία ενός αριθμού κυβικών νερού και κιλοβατωρών ρεύματος σε κάθε οικογένεια.
Προφανώς ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ, προσπαθεί του να αναδείξει μια νέα φυσιογνωμία του κόμματός του, πέραν από τη σημερινή εικόνα ενός απολύτως προσωποκεντρικου σχήματος με κύρια επιδίωξη τη συγκυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία. Θέλει να προσδώσει χαρακτηριστικά κινήματος, χρησιμοποιεί φρασεολογία αντίστοιχη με αυτή του Αντρέα Παπανδρέου, για να πείσει για τον «πατριωτικό» και «φιλολαϊκό» χαρακτήρα του μορφώματος στο οποίο ηγείται.
Αυτό που παραβλέπει όμως ο Γ. Καρατζαφέρης είναι να αντιληφθεί ότι με πυροτεχνήματα τύπου ΜΟΜΑ, δεν μπορεί να πείσει κανέναν ότι αποτελεί αξιόπιστη και υπεύθυνη πολιτική επιλογή. Ένα σχήμα που κινείται με οβιδιακές μετατοπίσεις σε επίπεδο πολιτικών προτάσεων, που διατείνεται ότι συγκρούεται με το καρτέλ των τραπεζών αλλά προτείνει για οικουμενικό υπουργό Οικονομίας τον Λουκά Παπαδήμο, εκλεκτό του Κ. Σημίτη και κατ’ εξοχήν εκπρόσωπο της μονεταριστικής λογικής στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που μάχεται τη διαπλοκή αποτελώντας το περισσότερο εκπροσωπούμενο κόμμα στα ίδια τα «παράθυρα» της διαπλοκής.
Αυτό το πολιτικό μόρφωμα έρχεται τώρα να προτείνει λύσεις που θυμίζουν άλλες εποχές, όταν το κράτος παρενέβαινε στην οικονομία και στην κοινωνία με στρατιωτικού τύπου λύσεις, πάντα όμως στο όνομα της πατρίδας και του συμφέροντος του λαού.
Αυτή η λύση της δημιουργίας ενός κρατικοδίαιτου «στρατεύματος» τέως ανέργων, οι οποίοι αγνοείται από πού θα πληρώνονται, καθώς ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ παρέλειψε να μας διαφωτίσει επί τούτου, σαφώς δεν μπορεί καν να μπει σε αξιολόγηση. Αυτό όμως που καλείται ο έλληνας πολίτης να αξιολογήσει είναι πώς ένα μόρφωμα που έχει τόσο αντιφατικές και εκτός πραγματικότητας προτάσεις, παρουσιάζεται, και μέσω της υπερπροβολής από τα Μέσα εμπεδώνει, την εικόνα μιας εναλλακτικής πρότασης απέναντι στο απαξιωμένο πολιτικό σύστημα.

Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Η "κοινωνία των κολλητών" Metropolis 08.05.2009

Η συμμετοχή των νέων στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα παραμένει ένα ζητούμενο. Οι νέοι παρουσιάζουν μια σταθερή αποστροφή και έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς, ιδίως προς τα κόμματα, που μεταφράζεται σε αποστασιοποίηση από τα δημόσια πράγματα, σε μια παθητική στάση σε αυτό που συμβαίνει γύρω τους.
Στην προσπάθεια αντιστροφής της υφιστάμενης κατάστασης έχουμε τη συγκρότηση θεσμών, μέσω των οποίων οι νέοι θα διαχειρίζονται τα του οίκου τους. Θεσμοί οι οποίοι θα διαθέτουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να αποτελέσουν θελκτικό πλαίσιο δράσης και δημιουργίας για νέους ανθρώπους που θέλουν να προσφέρουν με τις ιδέες και τη δημιουργικότητά τους, εκτός των στενών κομματικών ή άλλων πλαισίων που τον κάνουν να νιώθει σήμερα δέσμιο μικροκομματικών και άλλων συμφερόντων.
Προσπάθειες για δημιουργία τέτοιων θεσμών υπήρξαν τα τελευταία χρόνια. Η ίδρυση του Εθνικού Συμβουλίου Νεολαίας, με τη συμμετοχή οργανώσεων νέων πολιτικού και κοινωνικού προσανατολισμού και η δημιουργία των Δημοτικών Συμβουλίων Νέων που μετεξελίχθηκαν αισίως σε Τοπικά Συμβούλια Νέων, αποτέλεσαν τις βασικές θεσμικές παρεμβάσεις για τη συγκρότηση οργανωμένης έκφρασης της φωνής των νέων ανθρώπων της πατρίδας μας.
Στην πορεία αυτών των θεσμών φάνηκε ότι οι βασικές προϋποθέσεις για την ουσιαστική αυτόνομη συμμετοχή των νέων ακόμα εκλείπουν. Η δυνατότητα σχεδιασμού και ανάληψης ουσιαστικών πρωτοβουλιών σε καίρια ζητήματα της νεολαίας, η αυτοχρηματοδότηση ή η διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων, που απλόχερα προσφέρονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λείπει από θεσμούς που μένουν προσκολλημένοι σε μικροκομματικές ισορροπίες. Ιδίως το εγχείρημα των Τοπικών Συμβουλίων Νεολαίας βρίσκεται στο επίκεντρο της κομματικής αντιπαράθεσης σε τοπικό επίπεδο, δεδομένου ότι συχνά αντί να αποτελέσουν τη φωνή των νέων ανθρώπων προς τις αρχές για το σχεδιασμό και την εφαρμογή νεολαιίστικων πολιτικών, γίνονται πεδίο διείσδυσης και προβολής των τοπικών αρχών στο χώρο της νεολαίας.
Αυτές οι εγγενείς αδυναμίες, απότοκες μιας κοινωνίας που κινείται συνήθως με όρους πελατειακών σχέσεων, αποτελούν τα μόνιμα και διαρκή βαρίδια για ένα χώρο όπως η νεολαία. Κάθε προσπάθεια που επιβάλλει από τα πάνω τη μικροκομματική κουλτούρα της «κοινωνίας των κολλητών» στον ευαίσθητο χώρο της νεολαίας, το μόνο που θα επιτυγχάνει είναι την περαιτέρω αποστασιοποίηση των νέων ανθρώπων από τα δημόσια κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα.
Διέξοδο σε αυτήν την σοβούσα κρίση αποστασιοποίησης και απάθειας μπορεί να αποτελέσει η επιδίωξη της καθολική συμμετοχή των νέων που θα σπάσει τα στενά πλαίσια των κομματικών και άλλων «παρεών» καθώς η μεταφορά πόρων και αρμοδιοτήτων στους ίδιους τους νέους για ανάληψη πρωτοβουλιών και δράσεων. Με επίκεντρο τη γειτονιά και το σχολείο φοίτησης και εργαλεία τις δυνατότητες που προσφέρουν το facebook ή το twitter, η κινητοποίηση γίνεται ευκολότερα και πιο άμεσα από το παρελθόν. Όταν οι νέοι αντιληφθούν ότι έχουν στα χέρια τους πόρους και το πλαίσιο δράσης, ουσιαστικά «και το μαχαίρι και το πεπόνι» για τη χάραξη και εφαρμογή πολιτικών που τους αφορούν, θα αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν απέναντι στην κοινωνία και τους εαυτούς τους.

Κυριακή 12 Απριλίου 2009

Απαραίτητη η συσπείρωση του κεντρώου χώρου

Σε συνέχεια του άρθρου του Νίκου Ράπτη «Ενότητα ή ήττα, 13.03.2009», θέλω και εγώ να καταθέσω μερικές σκέψεις στην κατεύθυνση της διενέργειας ενός σοβαρού και ειλικρινούς διαλόγου ανάμεσα σε πρόσωπα και κινήσεις που κινούνται στον κεντρώο χώρο. Ενός διαλόγου που έχει διακύβευμα τη σύμπτυξη ενός μετώπου κινήσεων και προσωπικοτήτων, απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα και στη ρευστότητα που χαρακτηρίζει το πολιτικό σκηνικό. Μια ρευστότητα που δημιουργεί ένα «παράθυρο ευκαιρίας» στον κεντρώο χώρο ούτως ώστε να επιτελέσει ένα κομβικό πολιτικό ρόλο, αναδεικνύοντας ζητήματα, φέρνοντας προτάσεις στο δημόσιο διάλογο, και, κυρίως, κινητοποιώντας τα δυναμικά στρώματα του ελληνικού λαού. Στρώματα που επιμένουν να δημιουργούν οικογένειες, να παράγουν πλούτο, να καινοτομούν, να προοδεύουν επαγγελματικά και κοινωνικά, να συντηρούν τις ελληνικές αξίες και παραδόσεις.

Για να επιτύχει σε αυτό το κρίσιμο εγχείρημα ο κεντρώος χώρος, να καταφέρει να εκπροσωπήσει τη σημερινή ανεκπροσώπητη μεσαία τάξη, να καταφέρει να προασπίσει το δημόσιο συμφέρον έναντι του ιδιωτικού, να αναδείξει τα διλήμματα που πρέπει να αντιμετωπίσει η ελληνική κοινωνία για να κάνει τα κρίσιμα βήματα προόδου, οφείλει πρώτα από όλα να ξεπεράσει τις εγγενείς αδυναμίες κατακερματισμού και προσωπικών στρατηγικών και να αποτελέσει μια συμπαγή, συγκροτημένη, αξιόπιστη πολιτική δύναμη πρότασης και προοπτικής, μια δύναμη που θα διαθέτει όραμα αλλά και, κυρίως, σχέδιο εξόδου από την κρίση που απειλεί τη μετα-μεταπολιτευτική Ελλάδα.

Για την μετατροπή αυτής της πανσπερμίας κινήσεων, ομάδων και προσώπων σε συμπαγή πολιτική δύναμη, χρειάζονται αποφασιστικές κινήσεις και πάνω από όλα συναίσθηση ευθύνης απέναντι στον τόπο και τον ελληνικό λαό. Συναίσθηση της κρισιμότητας της περιόδου που διανύουμε, μιας περιόδου διάψευσης των μεγάλων βεβαιοτήτων (της πολιτικής ορθότητας, του ευρωπαϊκού μονόδρομου, της παντοκρατορίας της αγοράς) αλλά και μεγάλων ευκαιριών για μικρά και δυναμικά κράτη να βελτιώσουν τη σχετική τους θέση στο διεθνές σύστημα.

Γιατί έως τώρα αυτό δεν μπόρεσε να υπάρξει μια συσπείρωση στο χώρο του Κέντρου; Ο συνηθέστερος λόγος που οι γνωρίζοντες τον κεντρώο χώρο υποδεικνύουν ως «ρίζα του κακού» για τη μη συνεργασία των διαφόρων κινήσεων, ομάδων και προσωπικοτήτων, είναι η διαμάχη για την ηγεσία αυτού του σχήματος. Μια διαμάχη που εστίαζε στην κατανομή οφελών (έδρες, κρατική επιχορήγηση) ανάμεσα στις διάφορες συνιστώσες δυνάμεις που προσέρχονταν κατά καιρούς σε συζήτηση. Αυτή η εστίαση όμως σε αυτή την παράμετρο της σύμπραξης αναδεικνύει ένα μείζον ζήτημα ηθικής και πολιτικής τάξης. Ηθικής καθώς κάποιοι επιφυλάσσουν στον εαυτό τους το ρόλο του Μεσσία, όπου μόνο με υπό τη δική τους ηγεσία μπορεί να επιτευχθούν οι πολιτικοί στόχοι της σύμπραξης, βεβαιότητα που αναιρείται αυτόματα από το ενδεχόμενο ηγεσίας από κάποιον άλλο. Πολιτικής γιατί κάποιοι δείχνουν ότι δεν εμπιστεύονται συλλογικές διαδικασίες που δεσμεύουν ούτως ή άλλως όλους, ανεξαρτήτως ποιος θα είναι επικεφαλής, σε ένα πολιτικό πλαίσιο.

Αυτή η συζήτηση περί ηγεσίας αποτελεί μια πρόφαση. Αποτελεί πρόφαση μπροστά στην απροθυμία ρίσκου συμμετοχής σε ένα εγχείρημα που έχει χαμηλές πιθανότητες επιτυχίας στα μάτια αυτών που καλούνται να συμμετάσχουν. Ως επιτυχία προσδιορίζεται πάντα η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και η πρόσβαση στην κρατική επιχορήγηση, που δίνεται σε σχήματα που λαμβάνουν πάνω από 1,5% σε εκλογές. Μια απαισιόδοξη και κοντόφθαλμη προσέγγιση, που λειτουργεί εν τέλει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία καθώς εμποδίζει πολλά πρόσωπα, των οποίων η συμμετοχή θα καθιστούσε πιθανή την επιτυχία, να δεσμευτούν, να ρισκάρουν με τη συμμετοχή τους, καταδικάζοντας κάθε εγχείρημα σε αποτυχία.

Αυτό που έως τώρα δεν έχει προκύψει όμως είναι μια ουσιαστική συζήτηση και ζύμωση επί των πολιτικών ζητημάτων. Πέραν από γενικές παραδοχές στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (όπου και εκεί προέκυψαν αισίως διαφοροποιήσεις σχετικά με τη σύνθετη ή μη ονομασία των Σκοπίων), δεν υπάρχει προεργασία μεθοδική όσον αφορά το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας, τη σχέση δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας κ.α. Μια προεργασία που θα εντοπίσει τα σημεία εκείνα όπου υπάρχει σύγκλιση μεταξύ των συνιστωσών του κεντρώου χώρου, που θα χτίσει συναίνεση και κοινές δράσεις σε αυτά τα σημεία, που θα αμβλύνει τις γωνίες σε αποκλίνουσες τοποθετήσεις.

Σκοπός του κειμένου δεν είναι να επιμερίσει ευθύνες και καταγγείλει τον οποιονδήποτε, αλλά να εκφράσει μια αγωνία για την ανάγκη συλλογικής δράσης εκ μέρους προσώπων και κινήσεων, των οποίων η πολιτική ατζέντα, η πολιτική κουλτούρα, η προσέγγιση στα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα βρίσκεται πολύ κοντά. Σκοπός είναι η εισφορά μιας πρότασης διεξόδου από το σημερινό αδιέξοδο που βρίσκεται ο κεντρώος χώρος. Από την εικόνα κατακερματισμού και ανυπαρξίας που σήμερα βρίσκεται, λόγω της αδυναμίας συνεννόησης μεταξύ των κεντρικών πρωταγωνιστών των διαφόρων σχημάτων και ομαδοποιήσεων.

Απαιτείται η σύσταση μιας ομάδας πρωτοβουλίας, από πρόσωπα δεύτερης γραμμής, κοινής αποδοχής από κινήσεις και προσωπικότητες, η οποία θα κάνει την απαραίτητη προεργασία, μέσα σε ένα σφικτό χρονικό πλαίσιο, με αφετηρία αμέσως μετά τις Ευρωεκλογές. Αυτή η προεργασία οφείλει να περιλαμβάνει πρώτον ένα κείμενο διακήρυξης σε κεντρικούς πυλώνες πολιτικής και δεύτερον μια πρόταση κοινής πολιτικής δράσης και εκλογικής στρατηγικής, βραχυπρόθεσμου (εθνικές εκλογές, εκλογές τοπικής αυτοδιοίκησης) και μεσοπρόθεσμου ορίζοντα.

Η υιοθέτηση μιας πολιτικής πλατφόρμας αποτελεί την υγιέστερη βάση πολιτικής διαπραγμάτευσης ανάμεσα στους φορείς και τα πρόσωπα που συνθέτουν τον κεντρώο χώρο. Αυτή η πολιτική πλατφόρμα θα «χτιστεί» στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής δράσης και παρέμβασης έναντι των βασικών αντιπάλων που συνθέτουν ο δικομματισμός και ο λαϊκισμός. Για να αρχίσουμε επιτέλους να μιλάμε και πολιτικά…..

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009

Έλλειμμα κεντρικού σχεδιασμού METROPOLIS 20.03.2009

Τελικά η Ελληνική Αστυνομία δεν έχει το μονοπώλιο της αμφισβήτησης για την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητά της. Πρόσφατη έκθεση της δεξαμενής σκέψης «Reform» (reform.co.uk) στη Μεγάλη Βρετανία αναδεικνύει το έλλειμμα αποτελεσματικότητας της βρετανικής αστυνομικής υπηρεσίας, η οποία καίτοι είναι η πιο δαπανηρή στον πλανήτη, αδυνατεί να αντιμετωπίσει τόσο την «βαριά εγκληματικότητα» (εμπόριο ναρκωτικών, όπλων και διακίνηση προσώπων) όσο και τις πιο απλές αντικοινωνικές συμπεριφορές.
Τα στοιχεία που παρουσιάζονται έχουν αυξημένο ενδιαφέρον, δεδομένου και του δημόσιου προβληματισμού που διατυπώνεται και στη χώρα μας για τη δομή και οργάνωση που πρέπει να αποκτήσει η Ελληνική Αστυνομία για να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη εγκληματικότητα και εν γένει παραβατική συμπεριφορά.
Στη Μεγάλη Βρετανία εντοπίζεται έλλειμμα κεντρικού συντονισμού στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Προτείνεται να ανατεθεί στη Μητροπολιτική Αστυνομία η αντιμετώπιση σε εθνικό επίπεδο των σοβαρών απειλών για τη δημόσια ασφάλεια, όπως η τρομοκρατία και το ηλεκτρονικό έγκλημα, και ο συντονισμός των τοπικών αστυνομικών υπηρεσιών, μέσω της διάρθρωσής τους σε ευέλικτους σχηματισμούς περιορισμένου προσωπικού, για την αντιμετώπιση της τοπικής παραβατικής συμπεριφοράς. Επίσης αναδεικνύεται η ανάγκη ύπαρξης μιας κεντρικής βάσης δεδομένων για αξιοποίηση από τις αστυνομικές αρχές, για πιο εύκολο εντοπισμό εγκληματικών στοιχείων ανά την επικράτεια, καθώς και την εγκατάσταση συστήματος επικοινωνιών εθνικής εμβέλειας, που επιτυγχάνει οικονομία κλίμακας σε επίπεδο κόστους και αυξημένη επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα. Αντίστοιχη επένδυση προτείνεται για την υιοθέτηση ενιαίου πληροφοριακού συστήματος.
Ο προβληματισμός που διατυπώνεται σε αυτή την έκθεση θέτει το πλαίσιο των επιδιώξεων και των παραμέτρων που πρέπει να ληφθούν υπόψη και στην αντίστοιχη δημόσια διαβούλευση που γίνεται στη χώρα μας, από φορείς και από κόμματα. Η συζήτηση που σήμερα περιορίζεται στο πλαίσιο του σεβασμού η μη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ώσαν να ήταν αυτή η μείζονα πρόκληση που έχει να αντιμετωπίσει η Αστυνομία το επόμενο διάστημα. Είναι προφανές, και μοιάζει να διαφεύγει πλήρως από το διάλογο που έχει αναπτυχθεί στη χώρα μας, ότι μεγαλύτερη απειλή για την αξιοπιστία της Αστυνομίας στα μάτια της κοινωνίας είναι η μειωμένη αποτελεσματικότητα που παρουσιάζει στην αντιμετώπιση της διαρκώς αυξανόμενης εγκληματικής ύλης παρά οι μεμονωμένες περιπτώσεις αστυνομικής αυθαιρεσίας που βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Μια συζήτηση που εστιάζει στις αναγκαίες αλλαγές και παρεμβάσεις στον τεχνολογικό εξοπλισμό (π.χ. ενεργοποίηση και αξιοποίηση του C4I που αγοράστηκε την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων), στη δομή οργάνωσης αλλά και στην παρεχόμενη εκπαίδευση μπορεί να δημιουργήσει ένα πλαίσιο πραγματικής συναίνεσης για μια ουσιαστική μεταρρυθμιστική παρέμβαση στη λειτουργία των δυνάμεων ασφαλείας της χώρας μας. Αυτό προπάντων προϋποθέτει ευθύνη εκ μέρους των εμπλεκόμενων πλευρών για τοποθέτηση επί των προβλημάτων που ταλανίζουν τη δημόσια ασφάλεια και απεμπλοκή από κοντόφθαλμες προσεγγίσεις με ξεκάθαρο μικροπολιτικό συμφέρον.

Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009

Ψάχνοντας για νέο λιμάνι... Ένα σχόλιο για τη Στρατηγική της Λισσαβώνας METROPOLIS 13.03.2009

Η Στρατηγική της Λισσαβώνας προβλήθηκε ως η μεγάλη επιτυχία της κοινωνικής Ευρώπης, των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας δεδομένης της υπεροχής εκείνη την περίοδο των ευρωπαϊκών σοσιαλιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Έθετε στόχους για ενίσχυση της απασχολησιμότητας (μια έννοια βέβαια που αυτόματα σχετικοποιεί την αντίληψη περί απασχόλησης), την αύξηση του συνολικού ποσοστού της απασχόλησης, με έμφαση στις μεγαλύτερες ηλκίες και στις γυναίκες, και την εξασφάλιση «ασφαλών» θέσεων εργασίας.
Από τότε, έχουν περάσει 10 χρόνια περίπου, έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι αλλά η προσέγγιση στους βασικούς στόχους που είχαν αποφασιστεί μοιάζει μακρινός στόχος. Με δεδομένη και την αλλαγή στον καταμερισμό εργασίας τα τελεταία χρόνια, με την ισχυρή άνοδο των αναπτυσσόμενων κρατών, γίνεται σαφές ότι το πλαίσιο σήμερα διαφοροποιείται σημαντικά από αυτό που υπήρχε προ 10 ετών όταν και θεσπίστηκε η Στρατηγική της Λισσαβώνας.
Ταφόπλακα στις επιδιώξεις της Στρατηγικής έρχεται να βάλει η πρόσφατη διεθνής οικονομική κρίση. Μια κρίση η οποία απειλεί ευθέως, πέραν της οικονομικής ανάπτυξης των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη συνοχή των ίδιων των κοινωνιών, ανατρέποντας πλήρως τις αναπτυξιακές προτεραιότητες των κρατών.
Η κατάσταση που διαμορφώνεται πλέον προσομοιάζει περισσότερο με μια εργασιακή ζούγκλα παρά σε μια ορθώς λειτουργούσα αγορά εργασίας. Μετά την επέλαση της φιλελεύθερης, νεοφιλελεύθερης θα έλεγα περισσότερο, προσέγγισης της «flexicurity», ενός νεολογισμού που διατείνεται ότι συνδυάζει την ευελιξία με την ασφάλεια των θέσεων εργασίας (με έμφαση στην ευελιξία έναντι της ασφάλειας), τώρα έρχονται νέες λογικές που προχωρούν ακόμα παραπέρα.
Οικοδομείται, με την αγαστή συνέργεια της γενικής περιρρέουσας ατμόσφαιρας, ένα πλαίσιο όπου ο εργαζόμενος θα πρέπει, λίγο ως πολύ, να νιώθει τυχερός επειδή του κάνουν τη χάρη να του δίνουν μια θέση εργασίας, έστω κουτσουρεμένη, χωρίς υπερωρίες, χωρίς σταθερό ωράριο, με τη δαμόκλειο σπάθη της απόλυσης, στο όνομα πάντα της «άδικης» παγκοσμιοποίησης...
Τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα; Εν μέσω μιας πραγματικά πρωτοφανούς κρίσης, μια νέα παρέμβαση στην χειμαζόμενη αγορά εργασίας των κρατών μελών της Ε.Ε. μπορεί να αποτέλεσαι κεντρικό εργαλείο στην προσπάθεια αντιμετώπισης της κρίσης. Η στήριξη της ζήτησης, μέσω της στήριξης των μισθών και των θέσεων εργασίας, είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αποφυγή της ύφεσης που ήδη έχει κάνει την εμφάνιση της στις περισσότερες ευρωπαϊκές οικονομίες. Μια νέα Στρατηγική που θα αποσκοπεί στην προστασία των θέσεων εργασίας, με βάση την παραγωγικότητα (ιδίως στους τομείς της βιώσιμης ή πράσινης ανάπτυξης και των νέων τεχνολογιών), θα επανεξετάζει την αποδοτικότητα της επαγγελματικής κατάρτισης και της στενής διασύνδεσης με τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας, καθώς και προσαρμογές των ρυθμίσεων διακίνησης των εργαζομένων στην ενιαία αγορά εργασίας, υπό το πρίσμα κιόλας των πιέσεων που δέχεται από τη αθρόα εισροή μεταναστευτικού δυναμικού που συμπιέζει τους μισθούς, ιδίως των ανειδίκευτων εργατών.